Mπορεί να ψηφίστηκαν τα πρώτα υφεσιακά μέτρα του 3ου Μνημονίου,
μπορεί ο νόμος για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων να
παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες κατ’ απαίτηση της τρόικας –που
μετονομάστηκε για λίγο σε θεσμούς, για να ξαναγίνει τρόικα– όμως υπάρχει
περιθώριο ελιγμών στην καταπολέμηση της διαφθοράς και της διαπλοκής,
την πάταξη της φοροδιαφυγής, τη δικαιότερη ανακατανομή των βαρών. Αυτά
περίπου υποστηρίζουν όσοι υπερασπίζονται –εκόντες άκοντες– τη συμφωνία
με τους δανειστές ως το μικρότερο κακό, αποτέλεσμα εκβιασμού μεν,
καλύτερο από το Grexit δε.
Στις θετικές μεταρρυθμίσεις που μπορούν να προχωρήσουν ανεξαρτήτως
μνημονίων, καθώς θεωρητικά είναι ζητούμενο και από τους δανειστές,
συνήθως περιλαμβάνεται και η δέσμευση για την καταπολέμηση της αδήλωτης
εργασίας και της εισφοροδιαφυγής.
Στα χρόνια των μνημονίων το φαινόμενο της ανασφάλιστης εργασίας
κορυφώθηκε, φτάνοντας στα τέλη του 2013 στο 40,5% (σύμφωνα με επίσημους
ελέγχους της Ειδικής Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφάλισης-ΕΥΠΕΑ), με την
ομοσπονδία εργαζομένων ΙΚΑ (ΠΟΣΕ-ΙΚΑ), να υπολογίζει ότι κάθε χρόνο τα
ταμεία χάνουν 6 δισ. ευρώ από την εισφορο-αποφυγή και εισφορο-απαλλαγή.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εργασίας, η αδήλωτη εργασία στην
Ελλάδα κυμαίνεται στο 25%, ενώ παλαιότερη έρευνα του ΣΕΠΕ υπολογίζει ότι
μεσοσταθμικά η αδήλωτη εργασία κινείται πάνω από 30%, με υψηλότερα
ποσοστά σε κλάδους εποχικής απασχόλησης. Ωστόσο, οι τελευταίες
στατιστικές δείχνουν την αδήλωτη εργασία να υποχωρεί στις αρχές του
2015, με τους πρόσφατα δημοσιοποιημένους ελέγχους του επιχειρησιακού
σχεδίου «Αρτεμις» να την υπολογίζουν στο 14,4%.
Είναι θέμα ορισμού
Πόσο, όμως, ανταποκρίνονται αυτά τα ποσοστά στην πραγματικότητα και
πόσο η συγκράτηση της αδήλωτης εργασίας είναι τεχνητή; Σύμφωνα με τον
ειδικό γραμματέα του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας, Αποστόλη Καψάλη, τα
σχετικά χαμηλά καταγεγραμμένα ποσοστά οφείλονται εν μέρει στον ανεπαρκή
ορισμό της αδήλωτης εργασίας, που δεν περιλαμβάνει μορφές, μερικώς ή
πλημμελώς δηλωμένης εργασίας.
«Στην Ελλάδα ταυτίζουμε την αδήλωτη με την πλήρως ανασφάλιστη
εργασία. Στην πραγματικότητα, όμως, η αδήλωτη εργασία μπορεί να
περιλαμβάνει πάρα πολλές εκδοχές: Να δηλώνεται άλλη ειδικότητα από αυτή
που πρέπει, άλλες ώρες απασχόλησης από τις πραγματικές,
ψευδο-αυτοαπασχόληση, δηλαδή μπλοκάκι αντί για σύμβαση εξαρτημένης
εργασίας, λάθος ταμείο κ.ά. Η αδήλωτη εργασία είναι ένα τεράστιο φάσμα,
που δεν το έχουμε προσδιορίσει για να το μετρήσουμε».
Πρακτικά, αυτό που κατάφεραν τα τσουχτερά πρόστιμα για την αδήλωτη
εργασία (10.550 ευρώ για κάθε ανασφάλιστο εργαζόμενο άνω των 25 ετών),
είναι η πλήρως ανασφάλιστη εργασία να εμφανίζει μείωση, όμως ταυτόχρονα
αυξάνονται άλλες μορφές παραβατικότητας, όπως η κατάχρηση ελαστικών
μορφών απασχόλησης, οι παράνομες τροποποιήσεις ωραρίων, η εικονική εκ
περιτροπής εργασία κ.λπ., ενώ ταυτόχρονα εκτοξεύεται και μένει στο
απυρόβλητο η απλήρωτη εργασία, με 1,2 εκατομμύρια εργαζόμενους να έχουν
να πληρωθούν έως και 15 μήνες και όλο και περισσότερες εταιρείες να
κινούνται στην γκρίζα ζώνη μεταξύ εγκατάλειψης και πτώχευσης.
«Ποτέ άλλοτε στην Ιστορία της χώρας δεν είχαν ληφθεί τόσα πολλά μέτρα
για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας σε τόσο σύντομο χρονικό
διάστημα και ποτέ άλλοτε το μέγεθος αυτής δεν βρίσκονταν στα σημερινά
δυσθεώρητα ύψη, με τάσεις μάλιστα αυξητικές». Με αυτή τη φράση ξεκινάει η
πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη για την Αδήλωτη Εργασία στην Ελλάδα του
Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, στην οποία καταγράφονται και
αξιολογούνται τα μέτρα καταπολέμησης της αδήλωτης εργασίας που
εφαρμόστηκαν από το 2010 ώς το 2014: εργόσημο, πρόστιμα ΣΕΠΕ,
ηλεκτρονική κάρτα εργασίας, «Εργάνη», πιστοποιητικό ασφαλιστικής
συμμόρφωσης εταιρειών-λευκό μητρώο συνεπών επιχειρήσεων «Περσέας»,
κυρώσεις για απασχόληση παράνομα απασχολούμενου ανέργου, κυρώσεις για
παράνομη απασχόληση μεταναστών, σχέδιο «Αρτεμις» με τη συνεργασία
Οικονομικής Αστυνομίας και ελεγκτικών μηχανισμών του υπουργείου
Εργασίας.
Ανεπαρκή κίνητρα
Κάποια από αυτά τα μέτρα δεν προχώρησαν (όπως η ηλεκτρονική κάρτα),
άλλα εφαρμόστηκαν πλημμελώς, αφού δεν προσφέρθηκαν επαρκή κίνητρα, π.χ.
το εργόσημο για την πληρωμή και τις ασφαλιστικές εισφορές των
περιστασιακά απασχολούμενων, κατ’ οίκον του εργοδότη (π.χ. φύλαξη
παιδιών και ηλικιωμένων, ιδιαίτερα μαθήματα, εργάτες γης κ.λπ.). Αλλα
μέτρα μπορεί να προκαλέσουν και αντίθετα αποτελέσματα. Π.χ. όπως
σημειώνει η μελέτη για το λευκό μητρώο επιχειρήσεων μπορεί «να οδηγεί
τους εργοδότες σε εικονική ή τυπική νομιμότητα και να προσφέρει το
περιθώριο για την κατ’ ουσία παραβίαση της εργατικής και της
ασφαλιστικής νομοθεσίας».
Αντίστοιχα, τα εγκαίνια του σχεδίου «Αρτεμις» το καλοκαίρι του 2013,
με έφοδο της αστυνομίας σε νοσοκομείο της Αθήνας, που συνέλαβε 16
μετανάστριες οι οποίες εργάζονταν ως νοσοκόμες χωρίς άδεια εργασίας,
έκαναν τη Χρυσή Αυγή να πανηγυρίζει για δική της επιτυχία, δικαιώνοντας
τους φόβους της τότε αντιπολίτευσης για υιοθέτηση ακροδεξιάς ατζέντας
και στα εργασιακά, που αφήνει στο απυρόβλητο παρανομούντες
μεγαλοεργοδότες.
Ενα από τα βήματα που έγιναν το 2015 είναι η σύσταση διαρκούς
επιτροπής διαβούλευσης για θέματα παραβατικότητας στην αγορά εργασίας,
με τη συμμετοχή τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων.
Με βάση τα αποτελέσματα των συναντήσεων της επιτροπής, προτείνονται
νομοθετικά μέτρα για την καταπολέμηση της παραβατικότητας και για την
αναβάθμιση των λειτουργιών του ΣΕΠΕ – μέτρα που θεωρητικά θα ήταν έτοιμα
προς διαβούλευση στο τέλος Ιουλίου, πλέον όμως και αυτά είναι υπό την
αίρεση των δανειστών.
«Μαύρες» υπερωρίες
Μία από τις πιο διαδεδομένες μορφές αδήλωτης εργασίας, τόσο σε
κλάδους εποχικής απασχόλησης, όπως ο τουρισμός και ο επισιτισμός, αλλά
και σε μεγάλες επιχειρήσεις είναι οι αδήλωτες «μαύρες» υπερωρίες ή η
συμφωνία να πληρώνεται μικρότερος μισθός και να συμπληρώνεται το
υπόλοιπο με «μαύρα» μπόνους-επιμίσθια: «Από αυτή την πρακτική δεν
ζημιώνονται μόνο τα ασφαλιστικά ταμεία. Αυξάνεται και η ανεργία, γιατί,
αν δουλεύεις αδήλωτες υπερωρίες, δεν θα βρουν άλλοι δουλειά. Σε μεγάλες
επιχειρήσεις, με σημαντική συνδικαλιστική προστασία και παρουσία, είναι
απαράδεκτο να αφήνουμε στο απυρόβλητο τους εργαζόμενους που συναινούν
και αποδέχονται ή ακόμα και συμφωνούν με τον εργοδότη τέτοιου είδους
συστήματα εργασιακής και ασφαλιστικής απάτης», δηλώνει στην «Εφ.Συν.» ο
ειδικός γραμματέας του ΣΕΠΕ.
«Δεν θα βάλω πρόστιμο στον πιτσιρικά που μοιράζει πίτσες αδήλωτος,
αλλά με βάση το μέγεθος της επιχείρησης, την οικονομική δραστηριότητα
και κυρίως την παρουσία ισχυρού συνδικάτου σε αυτή, δεν μπορεί να μη
συζητήσουμε και αντικίνητρα για τους εργαζόμενους, ώστε να μη
μοιράζονται την πίτα των κερδών κάποιοι ημέτεροι μέσω μαύρων υπερωριών.
Αν συνεχιστεί αυτό, δεν θα μειωθεί ποτέ η ανεργία. Επιπλέον, οι
παράνομες υπερωρίες είναι κατεξοχήν παράγοντας επικινδυνότητας και
εργατικών ατυχημάτων». Ο Α. Καψάλης αναφέρει ως παράδειγμα πρόσφατο
έλεγχο της Επιθεώρησης Εργασίας σε βιομηχανική μονάδα στα Οινόφυτα:
«Μετά οι εργαζόμενοι διαμαρτύρονταν ότι έχασαν τις “μαύρες” υπερωρίες.
Οι ίδιοι που έκαναν ανώνυμες καταγγελίες για εργατικά ατυχήματα».
Ισως την πιο αφοπλιστική εξήγηση για την αποδοχή της αδήλωτης
εργασίας τη δίνει έρευνα του ΣΕΠΕ, που παρέμεινε για μεγάλο χρονικό
διάστημα αδημοσίευτη: Στην ερώτηση προς τους εργαζόμενους, γιατί
πρότειναν ή αποδέχτηκαν την αδήλωτη εργασία, το 41% απάντησε «για να
πάρω τη δουλειά», ενώ ακολουθούν με 34% οι «οικονομικοί λόγοι».
Αντίστοιχα το 44,4% των εργοδοτών το επέλεξε για οικονομικούς λόγους, με
ένα 40,4% να δηλώνει «Ετσι έχω συνηθίσει» και ένα διόλου ευκαταφρόνητο
15,2% να λέει ότι το πρότεινε ο εργαζόμενος.
Η αδήλωτη εργασία με τις δεκάδες αποχρώσεις της είναι εδώ και δύσκολα
θα φύγει, αν δεν αλλάξει όχι μόνο η συνήθεια, αλλά και η ταξική
συνείδηση – ειδικά όσο τα συνδικάτα παίζουν τον ρόλο του Πόντιου
Πιλάτου, είτε με την ανοχή είτε με τη συνενοχή τους στη διαιώνιση μορφών
αδήλωτης εργασίας.
Μαρτυρίες εργαζομένων
■ Δήμητρα, εργολαβική καθαρίστρια: «Δούλευα στο ΣΔΟΕ
ένα χρόνο και πριν στην Εφορία της Παλλήνης. Ημουν απλήρωτη πέντε
μήνες. Κατάφερα να πληρωθώ μόνο, όταν κάποια από εμάς έκανε ανώνυμη
καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας. Δεν μας είχαν δώσει καν συμβάσεις
να υπογράψουμε. Η εργοδότριά μας προτιμούσε μετανάστριες εργαζόμενες,
που δεν ήξεραν καν ελληνικά, για να μη διεκδικούν τα δικαιώματά τους.
Εμένα, όπως τις άλλες, ως εργαζόμενη στο ΣΔΟΕ με 4ωρη απασχόληση. Ομως
όποιες ήθελε, τις έστελνε και αλλού. Για ένα διάστημα δούλεψα και στα
κεντρικά του υπουργείου Οικονομικών, για άλλες 4 ώρες, ανασφάλιστη. Οι
συνάδελφοι από τη Βουλγαρία και την Αλβανία δούλευαν 8ωρο και
ασφαλίζονταν για 4ωρο. Τις συναδέλφους από τη Βουλγαρία και την Αλβανία
τις ασφάλιζε για 4 ώρες και τις απασχολούσε για 8 ώρες στο ΣΔΟΕ και στα
κεντρικά του υπουργείου Οικονομικών, με τρίμηνες και τετράμηνες
συμβάσεις. Τελικά έφυγαν απλήρωτες, ούτε επίδομα ανεργίας δεν κατάφεραν
να πάρουν».
■ Βλαντιμίρ, διανομέας: «Δούλευα 4
χρόνια σε φραντσάιζ μεγάλης αλυσίδας πιτσαρίας στην Κυψέλη. Ο εργοδότης
με ασφάλιζε για 20 ώρες την εβδομάδα, ενώ δούλευα 40 ώς 50 ώρες. Ολοι οι
εργαζόμενοι είχαμε υπογράψει συμβάσεις ημι-απασχόλησης, ενώ δουλεύαμε
με πλήρες ωράριο και υπερωρίες. Κανένας δεν πληρωνόταν ρεπό,
κυριακάτικα, ούτε έξοδα για συντήρηση της μηχανής. Από τους 19
εργαζόμενους οι 16 ήμασταν μετανάστες. Επειδή αρνούμασταν να δεχτούμε
νέες μειώσεις μισθών, τελικά το κατάστημα έκλεισε τον Οκτώβριο.
Ισχυριζόταν ότι δεν έχει έσοδα. Ανοιξε λίγο πιο κάτω, από την ίδια
αλυσίδα. Είναι ψέματα ότι δεν είχαν έσοδα, αφού κάθε βράδυ ο καθένας μας
έφερνε τουλάχιστον 300 ευρώ τζίρο και είχε 10 άτομα να κάνουν
ντελίβερι. Από το 2011 ώς τα μέσα του 2014, σχεδόν το 1/3 των
παραγγελιών ήταν χωρίς αποδείξεις. Υπήρχε ένδειξη από τον υπολογιστή
ποιοι πελάτες θέλουν αποδείξεις και ποιοι όχι. Και όλα αυτά κανονίζονταν
απευθείας από τη μητρική εταιρεία».
■ Σταμάτης Πελάης, πρόεδρος του Συνδέσμου Ξενοδοχοϋπαλλήλων Κέρκυρας:
«Στις ξενοδοχειακές μονάδες του νησιού όλα τα ρεπό δουλεύονται χωρίς
ένσημα και χωρίς πληρωμή. Οι ξενοδόχοι μπορεί να βάζουν 25 ένσημα τον
μήνα, όμως οι ξενοδοχοϋπάλληλοι δεν δουλεύουν 22 μέρες, αλλά 27, 30 και
31. Αδήλωτες και πολλές φορές απλήρωτες είναι και οι υπερωρίες. Το ίδιο
και τα μεροκάματα στην προετοιμασία και στο κλείσιμο κάθε σεζόν. Στον
επισιτισμό, η ανασφάλιστη εργασία είναι ακόμα χειρότερη, όμως εκεί
υπάρχει ανοχή ως και συναίνεση από τους εργαζόμενους, γιατί τα
καταστήματα αυτά είναι σχεδόν χρεοκοπημένα, εξαιτίας του all inclusive
τουρισμού. Οσο για τους αποκαλούμενους “μαθητευόμενους”, είναι οι πιο
σκληρά εκμεταλλευόμενοι. Παίρνουν από 183 ευρώ, 220, το πολύ 300 ευρώ,
υποτίθεται για πενθήμερο οχτάωρο πρακτικής άσκησης, και δουλεύουν
επταήμερο, δωδεκάωρο. Κι όλα αυτά χωρίς συντάξιμα ένσημα και ασφάλιση,
παρά μόνο αν συμβεί κάποιο ατύχημα σε ώρα εργασίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου