Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2015

Στόχος η μείωση της μακροχρόνιας ανεργίας

Στο εβδομαδιαίο δελτίο της alpha Bank αναφέρεται ότι «σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ την τελευταία εβδομάδα, ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας σε σταθερές τιμές 2010 διαμορφώθηκε σε 0,9% το 2014 (1,5% σε ετήσια βάση το τέταρτο τρίμηνο 2014), ενώ σε τρέχουσες τιμές κινήθηκε σε ελαφρώς αρνητικό έδαφος (-0,4% το τέταρτο τρίμηνο 2014). Τούτο συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την αποπληθωριστική διαδικασία που ξεκίνησε τον Μάρτιο 2013 και διατηρείται μέχρι σήμερα. Συγκεκριμένα, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε σε -2,8% τον Ιανουάριο 2015 έναντι -2,6% τον Δεκέμβριο 2014. Η ανάκαμψη της οικονομίας, σε πραγματικούς όρους, που υποστηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό από την θεαματική ανάκαμψη του τουρισμού, σε συνδυασμό με ορισμένες διαρθρωτικές παρεμβάσεις είχε ευνοϊκές-αν και μικρής κλίμακας-επιδράσεις επί του ποσοστού των ανέργων.

Tο ποσοστό ανεργίας, μετά την κορύφωσή του τον Σεπτέμβριο 2013, ακολούθησε φθίνουσα πορεία εντός του 2014, φθάνοντας τον Νοέμβριο 2014 στο 25,8% του εργατικού δυναμικού. Ο αριθμός των ανέργων μειώνεται συνεχώς από τον Ιούνιο 2014, ενώ η ανοδική πορεία που παρουσίασε ο αριθμός των απασχολουμένων στους δύο πρώτους μήνες του φθινοπώρου, αντιστράφηκε τον Νοέμβριο 2014 (μείωση απασχόλησης κατά 0,8% μεταξύ Νοεμβρίου/Οκτωβρίου).
Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να μειωθεί στο 24% το 2015 και στο 22% το 2016, ως συνέπεια της ενίσχυσης του ρυθμού ανάπτυξης και της επιτυχούς εφαρμογής των προγραμμάτων απασχόλησης. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, προκαλώντας σημαντικά προβλήματα κοινωνικής συνοχής και απώλεια παραγωγικών δυνατοτήτων.
Το πρώτο πρόβλημα αφορά στην πρωτοφανή αύξηση της μακροχρόνιας ανεργίας (άνω των 12 μηνών) από 192,1  χιλιάδες άτομα το πρώτο τρίμηνο του 2008 στα 927,1 χιλιάδες άτομα στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2014. Το τρίτο τρίμηνο του 2014, το ποσοστό αυτής της κατηγορίας στο σύνολο των ανέργων ανήλθε στο 75,4%, από 69,2% το τρίτο τρίμηνο 2013 και 49,5% το τρίτο τρίμηνο 2008. Η πορεία αυτού του μεγέθους χρήζει ιδιαίτερης προσοχής διότι συνιστά δείκτη, αφενός του βαθμού διάρρηξης του κοινωνικού ιστού, και αφετέρου του μεγέθους προσαρμογής που απαιτείται στην πραγματική οικονομία για την αποκατάστασή του. Οι μακροχρόνια άνεργοι αντιμετωπίζουν μείωση των προσδοκώμενων μελλοντικών εισοδημάτων τους και την απαξίωση των δεξιοτήτων τους, με αποτέλεσμα να περιορίζονται τα κίνητρά τους για αναζήτηση εργασίας.
Η προσαρμογή μιας οικονομίας, η οποία στηριζόταν στην κατανάλωση προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο που θα στηρίζεται στις επενδύσεις και την εξαγωγική διείσδυση θα απαιτήσει χρόνο. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ, το ποσοστό ανεργίας, παρά τους ισχυρούς ρυθμούς μεγέθυνσης, θα συμπιεσθεί το 2019 στο σχετικά υψηλό επίπεδο του 12,7%. Αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι η διαρθρωτική ανεργία θα διατηρηθεί σε υψηλό επίπεδο, λόγω μεγάλου αριθμού αναντιστοιχιών ανάμεσα στις δεξιότητες υψηλής ζήτησης και προσφοράς. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο στα επόμενα χρόνια να υιοθετηθούν ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης στο μικροοικονομικό πεδίο, ώστε να περιορισθεί το φαινόμενο, όπως προγράμματα εκπαίδευσης σε νέες ειδικότητες. Παράλληλα, μια υποχώρηση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα δύναται να διευρύνει την ευελιξία άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής (fiscal stimulus) προκειμένου να ενισχυθεί η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, η οποία θα οδηγήσει σε αύξηση της απασχόλησης και συνεπώς σε πτώση της ανεργίας. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου