Τον αδύναμο κρίκο της Ευρωζώνης
αποτελούν οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), οι οποίες
καλούνται να λειτουργήσουν εν μέσω της συνεχιζόμενης επιδείνωσης των
οικονομικών συνθηκών, τη στιγμή που οι υπόλοιπες οικονομίες εμφανίζουν
σταθερά σημάδια βελτίωσης ή σταθεροποίησης. Αυτό προκύπτει από τα
στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη χρηματοδότηση των
μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ευρωζώνη, με βάση τα οποία τόσο η
πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό όσο και η πορεία της κερδοφορίας και
του τζίρου επιδεινώθηκαν περαιτέρω το διάστημα Οκτώβριος 2014 - Μάρτιος
2015, τη στιγμή που στην υπόλοιπη Ευρωζώνη οι συνθήκες βελτιώθηκαν.
Συγκεκριμένα, οι ελληνικές ΜμΕ καταγράφουν τη μεγαλύτερη μείωση του
τζίρου τους, που φθάνει το -18% έναντι -1% που είχε καταγραφεί στην
προηγούμενη έρευνα, ενώ η πτώση της κερδοφορίας φθάνει το -46%. Οι
ελληνικές μικρομεσαίες αναφέρουν σε ποσοστό 34% την πρόσβαση στην
τραπεζική χρηματοδότηση ως ένα από τα βασικότερα προβλήματα που
αντιμετωπίζουν, δίνοντας βαθμολογία 7 στην κλίμακα από το 1 μέχρι το 10.
Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης η
πρόσβαση στη χρηματοδότηση δεν συνιστά ουσιαστικό πρόβλημα για τις
μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς αναφέρεται μόνο από το 11% των
ερωτηθέντων, με πτωτική μάλιστα τάση από την προηγούμενη έρευνα.
Η Ελλάδα καταγράφει στην ίδια έρευνα την υψηλότερη αύξηση στη ζήτηση για τραπεζικά δάνεια από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που φθάνει το 28%, όταν στην υπόλοιπη Ευρωζώνη η ζήτηση για τραπεζικά δάνεια αυξήθηκε μόλις κατά 3%. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι γερμανικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν μειώσει τη ζήτηση για τραπεζικά δάνεια κατά 10%, καθώς καταφεύγουν σε άλλες πηγές χρηματοδότησης (π.χ. επενδύσεις σταθερού εισοδήματος), ενώ μείωση της ζήτησης παρουσιάζεται και σε άλλες χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης, όπως η Ολλανδία και η Αυστρία.
Η μείωση της ζήτησης από την πλευρά των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν έχει να κάνει με τις ανάγκες για χρηματοδότηση. Συνδέεται με τη μειωμένη δυνατότητα πρόσβασης, που αυξήθηκε κατά 28% στη χώρα μας - έναντι 21% που είχε καταγραφεί στην προηγούμενη έρευνα. Αντίστοιχα με την επιδείνωση της δυνατότητας πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό, έχει αυξηθεί και το κενό χρηματοδότησης. Πρόκειται για τον δείκτη που καταγράφει τις δυνατότητες χρηματοδότησης από άλλες πιθανές πηγές, όπως οι πιστώσεις, οι υπεραναλήψεις, οι τιτλοποιήσεις κ.λπ. και ο οποίος επιδεινώθηκε στο 28% στη χώρα μας έναντι 24% στην προηγούμενη μέτρηση.
Πίσω από την επιδείνωση των επιμέρους δεικτών για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, κρύβεται κυρίως η επιδείνωση του γενικότερου οικονομικού περιβάλλοντος, που σε ποσοστό 67% -από 39% στην προηγούμενη έρευνα- καθιστά δυσχερέστερη τη χρηματοδότηση. Σύμφωνα με τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα της ΕΚΤ, οι τράπεζες έχουν μειώσει τη διάθεση για χρηματοδότηση (-30% από 22% στην προηγούμενη έρευνα), ενώ μειωμένη είναι και η πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία που προσφέρονται από την πλευρά του Δημοσίου (51% από 36%). Ετσι η Ελλάδα - μαζί με τη Σλοβακία - καταγράφει το μικρότερο ποσοστό (25%) μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αναφέρουν ότι διαθέτουν επαρκή χρηματοδότηση. Η διαπίστωση αυτή συμβαδίζει με το γεγονός ότι οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν ένα από τα υψηλότερα ποσοστά καθολικής απόρριψης των αιτημάτων τους για χρηματοδότηση από τις τράπεζες, που φθάνει το 21%. Το υψηλότερο καταγράφεται στην Ολλανδία, ενώ το χαμηλότερο καταγράφεται στη Γερμανία και τη Σλοβακία (4% και 3% αντίστοιχα). Ακόμη και σε όρους μερικής ωστόσο αποδοχής του αιτήματος για χρηματοδότηση, η Ελλάδα εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό που φθάνει το 39%.
Σε ό,τι αφορά τους όρους του τραπεζικού δανεισμού, που εν μέσω της πτωτικής πορείας των επιτοκίων στην Ευρώπη θα περίμενε κανείς να έχουν βελτιωθεί, οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, σε αντίθεση με την πλειονότητα των χωρών της Ευρωζώνης, δηλώνουν ότι είναι δυσχερέστεροι. Το κόστος χρήματος έχει αυξηθεί σε ποσοστό 20%, το μέσο δάνειο έχει μειωθεί σε ποσοστό 24%, ενώ η αξία των εγγυήσεων έχει μειωθεί, καθιστώντας εντέλει ακόμη πιο δύσκολη την πρόσβαση στη χρηματοδότηση.
http://www.kathimerini.gr
Η Ελλάδα καταγράφει στην ίδια έρευνα την υψηλότερη αύξηση στη ζήτηση για τραπεζικά δάνεια από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που φθάνει το 28%, όταν στην υπόλοιπη Ευρωζώνη η ζήτηση για τραπεζικά δάνεια αυξήθηκε μόλις κατά 3%. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι γερμανικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν μειώσει τη ζήτηση για τραπεζικά δάνεια κατά 10%, καθώς καταφεύγουν σε άλλες πηγές χρηματοδότησης (π.χ. επενδύσεις σταθερού εισοδήματος), ενώ μείωση της ζήτησης παρουσιάζεται και σε άλλες χώρες του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης, όπως η Ολλανδία και η Αυστρία.
Η μείωση της ζήτησης από την πλευρά των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων δεν έχει να κάνει με τις ανάγκες για χρηματοδότηση. Συνδέεται με τη μειωμένη δυνατότητα πρόσβασης, που αυξήθηκε κατά 28% στη χώρα μας - έναντι 21% που είχε καταγραφεί στην προηγούμενη έρευνα. Αντίστοιχα με την επιδείνωση της δυνατότητας πρόσβασης στον τραπεζικό δανεισμό, έχει αυξηθεί και το κενό χρηματοδότησης. Πρόκειται για τον δείκτη που καταγράφει τις δυνατότητες χρηματοδότησης από άλλες πιθανές πηγές, όπως οι πιστώσεις, οι υπεραναλήψεις, οι τιτλοποιήσεις κ.λπ. και ο οποίος επιδεινώθηκε στο 28% στη χώρα μας έναντι 24% στην προηγούμενη μέτρηση.
Πίσω από την επιδείνωση των επιμέρους δεικτών για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, κρύβεται κυρίως η επιδείνωση του γενικότερου οικονομικού περιβάλλοντος, που σε ποσοστό 67% -από 39% στην προηγούμενη έρευνα- καθιστά δυσχερέστερη τη χρηματοδότηση. Σύμφωνα με τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα της ΕΚΤ, οι τράπεζες έχουν μειώσει τη διάθεση για χρηματοδότηση (-30% από 22% στην προηγούμενη έρευνα), ενώ μειωμένη είναι και η πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία που προσφέρονται από την πλευρά του Δημοσίου (51% από 36%). Ετσι η Ελλάδα - μαζί με τη Σλοβακία - καταγράφει το μικρότερο ποσοστό (25%) μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αναφέρουν ότι διαθέτουν επαρκή χρηματοδότηση. Η διαπίστωση αυτή συμβαδίζει με το γεγονός ότι οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν ένα από τα υψηλότερα ποσοστά καθολικής απόρριψης των αιτημάτων τους για χρηματοδότηση από τις τράπεζες, που φθάνει το 21%. Το υψηλότερο καταγράφεται στην Ολλανδία, ενώ το χαμηλότερο καταγράφεται στη Γερμανία και τη Σλοβακία (4% και 3% αντίστοιχα). Ακόμη και σε όρους μερικής ωστόσο αποδοχής του αιτήματος για χρηματοδότηση, η Ελλάδα εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό που φθάνει το 39%.
Σε ό,τι αφορά τους όρους του τραπεζικού δανεισμού, που εν μέσω της πτωτικής πορείας των επιτοκίων στην Ευρώπη θα περίμενε κανείς να έχουν βελτιωθεί, οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, σε αντίθεση με την πλειονότητα των χωρών της Ευρωζώνης, δηλώνουν ότι είναι δυσχερέστεροι. Το κόστος χρήματος έχει αυξηθεί σε ποσοστό 20%, το μέσο δάνειο έχει μειωθεί σε ποσοστό 24%, ενώ η αξία των εγγυήσεων έχει μειωθεί, καθιστώντας εντέλει ακόμη πιο δύσκολη την πρόσβαση στη χρηματοδότηση.
http://www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου